Κυριακή 7 Μαΐου 2017

Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ

Μια φορά κι ένα καιρό.
σε μια πολύ μεγάλη χώρα, ζούσε ένας κακός 
βασιλιάς.Ήταν σκληρός και άπονος άνθρωπος. 
Δεν αγαπούσε,ούτε νοιαζόταν για το λαό του. 
Η γυναίκα του ήταν πολύ χειρότερή του. Ήταν 
μια άπληστη, υπεροπτική γυναίκα και πολύ 
κακιά μητέρα. Είχαν έναν γιο, ένα πανέμορφο
και καλόκαρδο παιδί, που δεν τους έμοιαζε 
σε τίποτα.


Άλλοτε με τα λόγια και άλλοτε με τη βία, προσπαθούσαν να του αλλάξουν κάποια 
κομμάτια του χαρακτήρα του. Δεν ήθελαν να είναι τόσο διαφορετικός από αυτούς 
που ήταν γονείς του.Του είχαν απαγορεύσει να μιλάει με άλλους ανθρώπους του 
παλατιού και ήταν κάποιος μαζί του πάντα, για να τον ελέγχει. Έξω από το παλάτι 
δεν έβγαινε ποτέ μόνος του, αλλά  μαζί με το βασιλιά, τη βασίλισσα και  όλη τη 
συνοδεία τους. Όταν μπορούσε, πήγαινε κρυφά στο μικρό σπιτάκι του επιστάτη. 
Ήξερε ότι μόνο εκεί θα έβρισκε την καλοσύνη,την αγάπη και μια ζεστή αγκαλιά 
ανοιχτή. Τους ένιωθε οικογένειά του και ήταν μαζί τους χαρούμενος. Κάποια μέρα 
ο βασιλιάς  αποφάσισε να τον πάρει μαζί του για να του δείξει το βασίλειό τους,για 
να πειστεί πια, ότι είναι πολύ ωραίο να τον προσκυνάει και να τον φοβάται ένας 
ολόκληρος λαός. Έτσι μπήκανε στην ωραία βασιλική άμαξα και με την συνοδεία 
πολλών στρατιωτών ξεκίνησαν το μικρό τους ταξίδι. 
Αυτή ήταν και η πρώτη του φορά που θα έβγαινε έξω από το παλάτι και η χαρά του ήταν μεγάλη. Πολύ γρήγορα όμως αυτή η χαρά έφυγε και άφησε τη θέση της στη 
θλίψη  και τη ντροπή. Περίμενε να δει ένα λαό χαρούμενο, ευτυχισμένο και πολύ
περήφανο, αλλά είδε φτωχούς, ρακένδυτους και ταλαιπωρημένους ανθρώπους να 
σκύβουν το κεφάλι τους, όταν πέρασε από μπροστά τους ο πλούσιος βασιλιάς τους.
Υποσχέθηκε στον εαυτό του πως όταν θα γίνει βασιλιάς, θα φροντίσει ώστε να μην υπάρχει κανένας φτωχός.
Μεταξύ των ανθρώπων πουβρήκαν στο διάβα τους εκείνη την ημέρα, του έκανε 
εντύπωση ένα ζευγάρι χωρικών.Ήταν καθαροί, περιποιημένοι και πιο καλοντυμένοι συγκριτικά με τους άλλους και ήταν αυτό που του τράβηξε τη προσοχή του. Σαν να 
του φάνηκε μάλιστα,ότι του έριξαν μια-δυό κρυφές ματιές. Αυτό ήθελε πολύ θάρρος 
για να το κάνουν. Αν τους έβλεπαν ο βασιλιάς ή οι φρουροί του, η τιμωρία τους θα 
ήταν ιδιαίτερα σκληρή. Όλα αυτά λοιπόν τα είπε στον αγαπημένο του επιστάτη και η συμβουλή που πήρε, ήταν να μη ξεχάσει την υπόσχεση που έδωσε στον ίδιο τον 
εαυτό του και να μην αλλάξει χαρακτήρα. Ο βασιλιάς συνέχισε να τον παίρνει μαζί 
του,ο γιος του μεγάλωσε,ο λαός του συνέχισε να είναι το ίδιο φτωχός και πάντα στο
ίδιο σημείο, το ίδιο ζευγάρι και οι ίδιες κρυφές ματιές.
Το μικρό βασιλόπουλο έγινε ένας όμορφος πρίγκηπας που ο κόσμος τον αγαπούσε,
του το έδειχνε και η παρουσία του τους έδινε την ελπίδα για μια καλύτερη ζωή. Αυτό 
όμως δεν άρεσε ούτε στο βασιλιά, ούτε και στη βασίλισσα, ούτε κι είχαν σκοπό να του δώσουν το στέμμα και να γίνει έτσι αυτός ο βασιλιάς. Θύμωναν πολύ μαζί του 
Ειδικά κάποια μέρα που τους είπε ο γιος τους, ότι δεν ήθελε το  λαό του φτωχό, τότε 
η οργή τους ξεχύλισε και έτσι ο πρίγκηπας έμαθε όλη τη σκληρή αλήθεια. Δεν ήταν 
παιδί τους, δεν ήταν βασιλόπουλο, αλλά ένας χωριάτης, σαν αυτούς που λυπάται 
αυτός τώρα.και που θέλει να βοηθήσει. Ένας, που θα ήταν ο πιο φτωχός, αν δεν τον έπαιρνε ο βασιλιάς κοντά του να τον μεγαλώσει. Αυτά κι άλλα πολλά, είπε εκείνο το 
βράδυ το βασιλικό ζευγάρι στον γιο τους.
Το ίδιο βράδυ κρυφά πάντα, ο πρίγκηπας πήγε στον επιστάτη. Του είπε όλα όσα 
έμαθε και του ανακοίνωσε ότι θα έφευγε και θα πήγαινε να βρει την οικογένειά του. 
Έτσι και έγινε. Το επόμενο βράδυ έφυγε κρυφά από το παλάτι. Τον περίμενε κάπου 
εκεί έξω ο επιστάτης μαζί με το άλογό του.Αγκαλιάστηκαν και ξεκίνησε για να βρει 
μόνος του την αλήθεια. Έπρεπε να διανύσει όλη τη χώρα,να φτάσει σ' ένα μακρινό 
χωριό και σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού να προσέχει, γιατί ο βασιλιάς σίγουρα θα 
είχε βάλει ανθρώπους να ψάξουν να τον βρουν. Αυτή τη διαδρομή του την υπέδειξε 
ο επιστάτης,του έκανε εντύπωση, αλλά αποφάσισε ν' ακολουθήσει τη συμβουλή του 
Το ταξίδι του κράτησε κάποιες μέρες και όταν είδε μπροστά του το μεγάλο ποτάμι,
που του είχε πει ο επιστάτης,κατάλαβε πως έφτανε στο προορισμό του.
Περπατώντας δίπλα στο ποτάμι, βρέθηκε σε ένα ξέφωτο. Εκεί είδε μια μικρή καλύβα 
και στη πόρτα της μια κοπέλα. Κοντοστάθηκε για να μη την φοβίσει. Την ίδια στιγμή
είδε και ένα ζευγάρι να πλησιάζει τη καλύβα. Η έκπληξή του ήταν μεγάλη, όταν είδε 
ότι είναι οι ίδιοι άνθρωποι που του έριχναν εκείνες τις κρυφές ματιές όταν πήγαινε 
μαζί με το βασιλιά. Μα έκαναν ένα τόσο μεγάλο ταξίδι; γιατί; ρωτούσε τον εαυτό του. 
Όταν τον πλησίασαν και οι τρεις μαζί, έλυσε όλες τις απορίες του. Αυτή ήταν η δική 
του οικογένεια ,αυτοί οι δύο άνθρωποι, οι χωριάτες όπως του είπαν και αυτός ήταν 
ο γιος τους. Αγκαλιάστηκαν όλοι μαζί τόσο σφιχτά, σαν να ήθελαν να δώσουν και 
να πάρουν μαζεμένη όλη αυτή την αγάπη, που τόσα χρόνια στερήθηκαν. 
Ήταν νεογέννητο όταν βρέθηκαν στο τόπο τους κάποιοι σκληροί στρατιώτες.
Τους έκαψαν χωρίς λόγο το σπίτι, χτύπησαν την αδελφή του, πήραν τον ίδιο και τον 
πήγαν στο βασιλιά. Αμέσως ο βασιλιάς έδωσε την εντολή να σκοτώσουν αυτούς τους στρατιώτες ώστε να μη μάθει κανένας την αλήθεια. Όμως υπήρχε κάποιος που 
την ήξερε κι αυτός ήταν ο αδελφός του χωρικού, ο επιστάτης. 
Έτσι πια ο πρίγκηπας έλυσε όλες του τις απορίες.
Έμεινε με την οικογένειά του και  βοηθούσε στα χωράφια. Έμαθε και έκανε όλες τις 
δουλειές που έπρεπε, μέχρι που μια μέρα πήγε ο επιστάτης να τον βρει. 
Είχε αρρωστήσει ο βασιλιάς και βρήκε την ευκαιρία ο λαός να ξεσηκωθεί. Έπρεπε να γυρίσει πίσω, άλλωστε όλοι τον ήξεραν σαν γιο του βασιλιά. Έτσι και έκανε.
Γύρισαν στο παλάτι μαζί. Αναγκαστικά ο βασιλιάς του παρέδωσε το στέμμα του και 
ξεκίνησε σε όλη τη χώρα μια μεγάλη γιορτή. Ο αγαπημένος τους πρίγκηπας,έγινε ο βασιλιάς τους.
Με τη βοήθεια της οικογένειά του, που τους είχε μαζί του πλέον, φρόντιζε ο λαός 
του να περνάει καλά και να του λύνει τα προβλήματά του. Στο μυαλό του είχε πάντα 
την υπόσχεση που είχε δώσει και την έκανε πράξη. Και αν τώρα εσείς αναρωτιέστε, 
τι απέγιναν άραγε ο πρώην βασιλιάς και η βασίλισσά του, θα σας απαντήσω αμέσως. Έγιναν οι απεσταλμένοι του νέου βασιλιά και πήγαιναν τα δώρα του και τις 
ευχές του σε κάθε νεογέννητο μωρό της χώρας του. 
Έτσι έζησαν όλοι καλά και ο λαός  αυτός καλύτερα από άλλους.--

                                                                   
                                                                    ΤΕΛΟΣ

Γεωργία Σουσάνη 17/05/2017


















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου